Thursday, November 30, 2006

Τραγουδωντας στη βροχη

Για μια στιγμη ενιωσα σα μια σταγονα που ισορροπει στο αιδοιο της.
Παλευα να κρατηθω πανω της,
να μπω μεσα της,
να χωθω και να μεινω εκει.
Ενιωθα τη ζεστη κοντα μου,
αλλα ταλαντευομουν στα χειλια της,
μια στιγμη απο το θανατο ή τη σωτηρια.

Δεν αντεχε υγρη.
Εβαλε το χερι αναμεσα στα ποδια
και με μια κινηση το σκουπισε.

Οταν γυρισε σπιτι και στεγνωσε ολοκληρη
ενιωσε κατι να της λειπει.
Κοιταξε αναμεσα στα ποδια της,
ηταν ομορφο και ηρεμο πλεον,
δεν την ενοχλουσε τιποτα.

Monday, November 27, 2006

21


Υστερα απο μεγαλη περιπλανηση ο μικρος εφτασε στο σπιτι που τον ειχαν στειλει οι δικοι του.
Ο αθωος και συγχρονως κακος γιγαντας του ανοιξε την πορτα και τον καλωσορισε.
Αρχισε να του λεει ιστοριες για τον κοσμο.
Ιστοριες ασημαντες και ηλιθιες, απο τις οποιες δεν μπορει κανεις να μαθει τιποτε.
Κι ομως ο γιγαντας στηριζοταν πανω τους.

Η γυναικα του καθοταν αμιλητη και μοναχα απαντουσε στην βαρια φωνη του που της ζητουσε συνεχεια να κανει κατι.
Ο μικρος μας ηρωας ηταν αδυνατο να αντιμετωπισει τα λογια του.

Το βραδυ του 'δωσαν ενα μερος στο ισογειο για να περασει τη νυχτα.
Ακριβως κατω απο το δικο τους.
Στο σκοτεινο δωματιο αρχισε να παρατηρει το σκοταδι.
Φωτεινη νυχτα, με γεματο φεγγαρι.
Απο το παραθυρο εβλεπε τα ζωα του δασους.
Το δασος ζωντανευει τα βραδια.
Αρχισε να ακουει ηχους, οχι απο εξω.
Απο το πανω δωματιο.
Ο γιγαντας πηδουσε τη γυναικα του κανοντας πολυ θορυβο.
Ηθελε απο την πρωτη μερα να του επιβληθει.
Ηθελε απο την πρωτη μερα να του δειξει την εξουσια του στο δασος.
Οτι ειναι ο μονος αρχοντας σε αυτα τα μερη.
Οτι πρεπει να τον υπακουει.

Τον ειχε υποτιμησει ομως.
Οι αποσκευες του μικρου μας ηρωα δεν ειχαν τιποτα αλλο παρα μονο μαχαιρια.
Ουτε ενα μικρο κομματακι ρουχο ή κατι αλλο.
Μονο μαχαιρια.

Δεν το σκεφτηκε πολυ.
Αρπαξε την τσαντα του και σε μια στιγμη βρεθηκε εξω απο το δωματιο τους.
Την αμεσως επομενη ο καθενας τους ειχε απο δεκα κοφτερα μαχαιρια στο σωμα.
Το φεγγαρι απλα εκανε πιο ευκολο το εργο του.
Του 'φτανε μονο ενα για να συνεχισει το ταξιδι του.
Οι δικοι του θα μαθαιναν τα νεα πολυ αργα.
Εξ'αλλου, ολα ειχαν γινει το προηγουμενο βραδυ.

Η σκια του δε φανηκε να ενοχλει τα ζωα του δασους.
Σε αντιθεση με οτι ειχε ακουσει πριν απο λιγες ωρες.

Friday, November 24, 2006

Συλλεκτης χειλιων


Ενα μικρο δειγμα μου

Wednesday, November 22, 2006

Η γυαλινη κουκλα και ο τρυφερος εκδικητης (Ιστοριες του μετρο)

Ασπρομαυρη εικονα.
Αυτος.
Περπαταει μονος στην πολη. Παντα σκυφτος. Μιλαει ελαχιστα.
Χαμενος μεσα στις αλχημειες του. Αναμεσα στην Αληθεια και το Ψευτικο.
Καποιες φορες αισθανεται οτι εχει υπερφυσικες δυναμεις.
Πεταει πανω απο την πολη με τη μορφη μαυρου κορακιου αναζητωντας εκδικηση.
Γι’ αυτην. Πριν καν την γνωρισει.
Εχει τη δυνατοτητα να καθοριζει το μελλον. Ετσι πιστευει.
Ανοιγει την παλαμη του, απορροφα την εικονα της, την μυριζει.
Καθε τις εκκριση, οξυ και λιπος, προστατευτικη επικαλυψη.

Κοσμος μπαινει στο βαγονι.
Μετα απο αιωνες ακινησιας καταλαβαινει οτι ειναι η ωρα να σηκωσει το κεφαλι.
Πρωτη ματια.
Συγκλονιστικη ομορφια.
Καθεται απεναντι του.
Ασπρο και μαυρο.
Απομενουν δυο στασεις και μονο τρεις ματιες.
Δεν υπαρχει χρονος για παραπανω.
Τα μαθηματικα ειναι αυστηρη γλωσσα.
Καταλευκη σαν πενθιμο τανγκο.
Μεσα σε μαυρη πλαστικη σακουλα.
Δυο ματιες ακομη.
Παρατηρει τις γωνιες στο προσωπο της.
Εφοδιο αυτοαμυνας ισως.
Ολα οσα πιστευει καταρεουν. Οι καμπυλες του, οι κυκλοι του Αρχιμηδη.
Υποτιθεται οτι τα μαθηματικα ειναι αυστηρη γλωσσα.
Μενει μια τελευταια ματια.

Συναντιουνται.
Ειναι αυτος. Τον εχει ξανα δει νυχτες με πανσεληνο να πεταει πανω απο την πολη.
Τα ποδια της ιδρωνουν.
Ο ιδρωτας ποτιζει τις ριζες.
Μπαινουν βαθια μεσα στη γη και την κρατουν εκει.
Ανικανη να κινηθει.

Προσπαθει να τον απορροφησει σαν μαυρη τρυπα για να μην τον χασει.
Προσπαθει να πεταξει μακρυα της για να ξεφυγει.

Τελος

Tuesday, November 21, 2006

Song of Solomon

Thy two breasts are like two young roes that are twins which feed among the lilies.

The joints of thy thighs are like jewels.

Thy navel is like a round goblet which wanteth not liquor.

Thy belly is like a heap of wheat, set about with lilies, a fountain of gardens, a well of living waters and streams from Lebanon.

Thy lips, o my spouse, drop as the honeycomb, honey and milk are under thy tongue and the smell of thy garments is like the smell of Lebanon.

Monday, November 20, 2006

Η ωρα του διαβολου: Μερος 8ο


«Πες μου κατι, μητερα... Λεγεται οτι ορισμενες μνημες της μητερας μπορουν να περασουν στο παιδι. Υπαρχει κατι που εμφανιζεται διαρκως στα ονειρα μου και δεν μπορω να το συσχετισω με κατι που να μου εχει συμβει. Ειναι η αναμνηση ενος παραξενου ταξιδιου, οπου εμφανιζεται ενας αντρας με κοκκινα που μιλαει συνεχως».

Sunday, November 19, 2006

Η ωρα του διαβολου: Μερος 7ο

«Αυτη η συζητηση υπηρξε πολυ ενδιαφερουσα...»

«Αυτη η συζητηση ειπατε, κυρια μου; Αλλα αυτη η συζητηση, ακομη κι αν ειναι ισως το σημαντικοτερο γεγονος της ζωης σας, δεν πραγματοποιηθηκε ποτε. Κατα πρωτον, ειναι γνωστο σε ολους οτι δεν υπαρχω. Κατα δευτερον, συμφωνα με τη γνωμη των θεολογων, που με αποκαλουν Διαβολο, και των ελευθερων στοχαστων, που με αποκαλουν Αντιδραση, καμια συζητηση μαζι μου δεν μπορει να ειναι ενδιαφερουσα. Κυρια μου, ειμαι ενας ταπεινος μυθος και, το χειροτερο, ενας ακινδυνος μυθος. Το μονο που με παρηγορει ειναι το γεγονος οτι το συμπαν – ναι, αυτο το πραγμα που βριθει διαφορων μορφων φωτος και ζωης – ειναι επισης μυθος.

«Νιωθω μεγαλη λυπη για σας».

Μια εκφραση αγωνιας, που κανεις δε θα πιστευε πως θα μπορουσε να υπαρξει, φανηκε στο προσωπο και στα ματια του αντρα με τα κοκκινα. Αφησε ξαφνικα να πεσει το μπρατσο που αγκαλιαζε το δικο της. Εκεινη εκανε καποια βηματα, αμηχανη. Κατοπιν γυρισε πισω για να πει κατι – δεν ηξερε τι, γιατι δεν ειχε καταλαβει τιποτα – να ζητησει συγγνωμη για τη θλιψη που αισθανθηκε οτι ειχε προκαλεσει.

Εμεινε εκπληκτη. Ηταν ολομοναχη.

Ναι, ηταν ο δρομος της, το τελος του δρομου της, αλλα εκτος απο την ιδια δεν υπηρχε κανεις αλλος.

Saturday, November 18, 2006

Η ωρα του διαβολου: Μερος 6ο


«Απο την αρχη του κοσμου με υβριζουν και με συκοφαντουν. Οι ιδιοι οι ποιητες – εκ φυσεως φιλοι μου – που με υπερασπιζονται, δεν με υπερασπιστηκαν αρκετα. Καποιος – ενας Αγγλος ονοματι Μιλτον – με εκανε να χασω, μαζι με τους οπαδους μου, μια απροσδιοριστη μαχη που ποτε δεν δοθηκε. Αλλος παλι – ενας Γερμανος ονοματι Γκαιτε – μου εδωσε το ρολο του προξενητη σε μια χωριατικη τραγωδια. Αλλα εγω δεν ειμαι αυτο που νομιζουν. Οι εκκλησιες με μισουν. Οι πιστοι τρεμουν στο ονομα μου. Αλλα, ειτε το θελουν ειτε οχι, εχω εναν ρολο στον κοσμο. Δεν ειμαι ουτε ο επαναστατημενος εναντιον του Θεου, ουτε το πνευμα που αρνειται. Ειμαι ο Θεος της Φαντασιας, απολωλως γιατι δεν δημιουργω. Εξαιτιας μου, οταν ησουν παιδουλα, εβλεπες αυτα τα ονειρα που μοιαζουν με παιχνιδια. Εξαιτιας μου, γυναικα πια, αγκαλιαζες τη νυχτα τους πριγκιπες και τους ισχυρους που κοιμουνται στα βαθη αυτων των ονειρων. Ειμαι το Πνευμα που δημιουργει χωρις να δημιουργει, που η φωνη του ειναι καπνος και η ψυχη του ενα λαθος. Ο Θεος με δημιουργησε για να τον μιμουμαι τη νυχτα. Αυτος ειναι ο Ηλιος, εγω ειμαι η Σεληνη. Το φως μου αιωρειται πανω απο το καθετι που ειναι ματαιο ή ψευτικο, φωσφορισμους, οχθες ποταμων, ελη και σκιες.»

Friday, November 17, 2006

Η ωρα του διαβολου: Μερος 5ο

“Μα ολα τα λετε αναποδα...”

“Αυτο ειναι το καθηκον μου, κυρια μου. Δεν ειμαι, οπως ελεγε ο Γκαιτε, το πνευμα που αρνειται, αλλα το πνευμα που εναντιωνεται”.

“Το να εναντιωνεται κανεις ειναι κακο πραγμα...”.

“Να εναντιωνεται σε πραξεις, ναι... Να εναντιωνεται σε ιδεες, οχι”.

“Και γιατι;”.

“Γιατι με το να εναντιωνεται κανεις σε πραξεις, ακομη κι αν ειναι κακες, παρεμποδιζει την περιστροφη του κοσμου, που ειναι η δραση. Αλλα το να εναντιωνομαστε σε ιδεες που εχει ως αποτελεσμα αυτες να μας εγκαταλειπουν και να πεφτουμε στην απογοητευση και απο εκει στο ονειρο και συνεπως να ανηκουμε στον κοσμο”.

“Καλη μου κυρια, υπαρχουν, οσον αφορα τον κοσμο αυτον, τρεις διαφορετικες θεωριες: οτι ολα ειναι εργο της Τυχης, οτι ολα ειναι εργο του Θεου, και οτι ολα ειναι εργο διαφορετικων πραγματων, συνδυασμενων ή αλληλοδιασταυρουμενων. Σκεφτομαστε γενικως συμφωνα με την ευαισθησια μας, και γι’ αυτο τα παντα αναγονται σ’ ενα προβλημα διακρισης αναμεσα στο καλο και στο κακο. Εδω και πολυ καιρο με κατασυκοφαντουν εξαιτιας αυτης της ερμηνειας. Φαινεται οτι κανεις μεχρι τωρα δεν εχει σκεφτει οτι οι σχεσεις μεταξυ των πραγματων – αν υποθεσουμε οτι υπαρχουν πραγματα και σχεσεις – ειναι υπερβολικα πολυπλοκες ωστε να μπορει να τις εξηγησει καποιος θεος ή διαβολος ή και οι δυο μαζι”.

Thursday, November 16, 2006

Η ωρα του διαβολου: Μερος 4ο

«Η αρχη της επιστημης ειναι να γνωριζουμε την αγνοια μας. Ο κοσμος που ειναι οπου βρισκομαστε, η σαρκα που ειναι αυτο που ειμαστε, ο Διαβολος που ειναι αυτο που επιθυμουμε, τα τρια αυτα, τη Μεγαλη Ωρα, σκοτωσαν μεσα μας τον Δασκαλο που ειχαμε προορισμο να γινουμε. Και το μυστικο που κατειχε και θα μας επετρεπε να γινουμε σαν αυτον, το μυστικο αυτο χαθηκε».

Wednesday, November 15, 2006

Η ωρα του διαβολου: Μερος 3ο


«Και πως αισθανεστε;»

«Κουρασμενος, κυριως κουρασμενος. Κουρασμενος απο τα αστρα και τους νομους, και με καποια διαθεση να μεινω εξω απο το συμπαν και να διασκεδαζω στα σοβαρα με οτιδηποτε. Τωρα δεν υπαρχει κενο, ακομη και χωρις αιτια. Και θυμαμαι παλαιες ιστοριες – ναι πολυ παλαιες – στα βασιλεια του Εδωμ, οπως λεγοταν πριν το Ισραηλ. Παραλιγο να γινω βασιλιας τους, και σημερα ειμαι εξοριστος απο το βασιλειο που δεν απεκτησα».

«Δεν γνωρισα παιδικη ηλικια, μητε εφηβεια, και κατα συνεπεια δεν ανδρωθηκα. Ειμαι το απολυτο αρνητικο, η ενσαρκωση του τιποτα. Αυτο που επιθυμουμε χωρις ποτε να το αποκτησουμε, αυτο που ονειρευομαστε γιατι δεν μπορει να υπαρξει - εκει βρισκεται το βασιλειο μου του τιποτα και εκει ειναι ο θρονος μου που δεν μου τον εδωσαν. Αυτο που θα μπορουσε να εχει γινει, αυτο που θα επρεπε να εχει υπαρξει, αυτο που ο νομος ή το Πεπρωμενο δεν εδωσαν - το εσπειρα απλοχερα στην ψυχη του ανθρωπου που ταραχτηκε νιωθοντας την εντονη ζωη αυτου που δεν υπαρχει. Ειμαι η ληθη ολων των υποχρεωσεων, ο δισταγμος ολων των προθεσεων. Οι θλιμμενοι και κουρασμενοι απο τη ζωη, οταν εγκαταλειψουν πια τις ψευδαισθησεις τους, υψωνουν σε μενα τα ματια τους, γιατι κι εγω, με τον τροπο μου, εδω και αιωνες, ειμαι το λαμπερο Αστερι του πρωινου. Και τωρα ηρθε αλλος να με αντικαταστησει».

Tuesday, November 14, 2006

Η ωρα του διαβολου: Μερος 2ο

«Αλλα ας αφησουμε αυτη την καθαρα δημοσιογραφικη ενημερωση. Ας μην ξεχναμε οτι ειμαι ο Διαβολος. Ας ειμαστε λοιπον διαβολικοι. Ποσες φορες με ονειρευτηκατε;».

«Απ’ οσο ξερω ποτε», απαντησε χαμογελωντας η Μαρια, κοιταζοντας τον με τα ματια ορθανοιχτα.

«Δεν ονειρευτηκατε ποτε τον Πριγκηπα του παραμυθιου, τον Τελειο Αντρα, τον ακαταπονητο εραστη; Δεν νιωσατε ποτε διπλα σας, σαν σε ονειρο, αυτον που θα σας χαιδευε οπως δεν χαιδευει κανεις, αυτον που θα ηταν δικος σας σαν να ησασταν μεσα του, αυτον που θα ηταν ταυτοχρονα πατερας, αντρας και γιος σας, σε μια τριπλη και ταυτοχρονα μοναδικη αισθηση;».

Αν και δεν σας καταλαβαινω απολυτα, ναι, νομιζω πως σκεφτηκα και ενιωσα ετσι. Ειναι λιγο δυσκολο, ξερετε, να το ομολογησει κανεις».

«Ημουν εγω, ανεκαθεν εγω, εγω ο Οφις – αυτος ειναι ο ρολος που μου δοθηκε – απο τη γενεση του κοσμου. Πρεπει διαρκως να βαζω τους αλλους σε πειρασμο, αλλα, βεβαια, με τη μεταφορικη και την απλοικη εννοια της λεξης, γιατι ο πραγματικος πειρασμος ειναι ασκοπος».

Monday, November 13, 2006

Η ωρα του διαβολου: Μερος 1ο


Fernando Pessoa

Ειμαι πραγματι ο Διαβολος. Μην τρομαζετε, γιατι ειμαι στ’ αληθεια ο Διαβολος, και γι’ αυτο δεν κανω κακο. Ορισμενοι μιμητες μου στη γη και πανω απο τη γη, ειναι επικινδυνοι, οπως ολοι οι αντιγραφεις, γιατι δεν γνωριζουν το μυστικο της υπαρξης μου. Ο Σαιξπηρ, τον οποιο ενεπνευσα πολλες φορες, μου απενειμε δικαιοσυνη. Λεει οτι ειμαι κυριος. Γι’ αυτο ησυχαστε. Ειστε με καλη παρεα. Ειμαι ανικανος να προφερω μια λεξη, να κανω μια χειρονομια που θα προσεβαλλε μια κυρια. Ακομη κι αν δεν μου το υπαγορευε η ιδια μου η φυση, θα μου το επεβαλλε ο Σαιξπηρ. Αλλα, πραγματικα, δεν ειναι απαραιτητο.

Υπαρχω απο την αρχη του κοσμου και ημουν ανεκαθεν ειρων. Αλλα, οπως θα γνωριζετε, ολοι οι ειρωνες ειναι ακινδυνοι εκτος κι αν θελουν να χρησιμοποιησουν την ειρωνεια για να υπαινιχθουν καποια αληθεια. Εγω ποτε μου δεν ισχυριστηκα οτι θα πω την αληθεια σε κανεναν – αφενος γιατι δε χρησιμευει σε τιποτα, και αφετερου γιατι δεν τη γνωριζω. Κι ουτε ο μεγαλυτερος αδελφος μου, ο παντοδυναμος Θεος, πιστευω πως τη γνωριζει. Αλλα, αυτα ειναι οικογενειακες υποθεσεις.

Ισως δεν ξερετε γιατι σας εφερα εδω, σ’ αυτο το ταξιδι που δεν εχει πραγματικο προορισμο ουτε συγκεκριμενο σκοπο. Δεν ειναι, οπως ισως νομισατε, για να σας βιασω ή να σας αποπλανησω. Αυτα συμβαινουν στη γη, μεταξυ των ζωων, συμπεριλαμβανομενων και των ανθρωπων, και φαινεται οτι προσφερουν ηδονη ακομη και στα θυματα, απ’ οτι με πληροφορουν απο εκει κατω.

Εκδοσεις Εξαντας

Sunday, November 12, 2006

Εμπυρετος στον Καιαδα

“Αν ειχες γεννηθει στην αρχαια Σπαρτη, θα σε πετουσαν στον Καιαδα οταν ησουν βρεφος.”
Τα πρωτα δυο χρονια της ζωης μου τα περασα παρεα με γαστρεντεριτιδα.
Οι γιατροι αφου ειχαν δοκιμασει τα παντα ειχαν παραδωσει τη σκυταλη στην παραδοσιακη ιατρικη.
Γιαγιαδες απο το χωριο στελνανε λογης λογης ματζουνια και βοτανα του βουνου.
Υπηρχε κατι σαν ανταγωνισμος μεταξυ τους, ποια θα βρει τη γιατρεια στο μαυρισμενο απο το κακο του (επιπροσθετη μαυριλα στο φυσικο μου χρωμα) μικρο.
Η κριτικη επιτροπη (η γιαγια μου) αφηνε ολους να περασουν απο την δοκιμασια, αλλα καμια τους δεν μπορεσε να βοηθησει.
Τελικα καποτε το εντερακι και το στομαχι μου ηρεμησε.
Μεχρι που την προηγουμενη Κυριακη το γνωστο μικροβιο επιασε δουλεια και παλι.
Κι ηρθαν στο νου μου ολα αυτα.

Σε μια από τις πολλές επιδρομές του, ο Μεσσηνιος Αριστομένης επιτέθηκε αιφνιδιαστικά στις Αμυκλές, τις οποίες κυρίευσε και λεηλάτησε, αποχωρώντας πριν από το ξημέρωμα για να μην τον προλάβει ο στρατός των Σπαρτιατών.
Η επόμενη σύγκρουση, όμως, σε ανοιχτό πεδίο αυτή τη φορά, αποτέλεσε καίριο χτύπημα για τους Μεσσηνίους, οι περισσότεροι εκ των οποίων φονεύθηκαν.
Ο Αριστομένης και άλλοι πενηντα αιχμαλωτίστηκαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο με κατακρημνισμό στον Καιάδα ως στασιαστές, ληστές και δολοφόνοι.
Κατά την πτώση του, ο Αριστομένης συγκρατήθηκε από κάποιου είδους βλάστηση και κατόπιν έπεσε πάνω στα σώματα των νεκρών συντρόφων του, έτσι διέφυγε το θάνατο και κατόρθωσε να βγει έξω -ίσως είναι ο μόνος που κατάφερε κάτι τέτοιο- από μια στενή τρύπα που ανακάλυψε ακολουθώντας μια αλεπού.

Sunday, November 05, 2006

Σαββατοβραδο


Του βουλωνεις το στομα και μετα τον αποκαλεις ντροπαλο.

Photo by alexticoso

Οταν πεφτεις ακομη κι απο τα 10.000 ποδια, μια ομπρελα μπορει να ειναι χρησιμη.

Βγαλ' τα περα μονος σου αρχιδι.

Photo by gilad

Καλο ταξιδι. Θα προσεχω.

Friday, November 03, 2006

Matrix (Dream Edition)


Eικονες παιδιων φυλακισμενων σε κελια.
Φρουροι στο διαδρομο κυνηγουν καποιον με λυσασμενα σκυλια.
Φρεσκο αιμα και σαλιο.
Κρυμμενος σε ενα ντουζ με μια κοντουλα, συμπαθητικη συγκρατουμενη.
Γνωριζονται καιρο και βρισκονται μετα απο χρονια.
Ετοιμαζουν κατι. Προφανως παρανομο γιατι ειναι ιδιαιτερα προσεκτικοι.
Μια αποδραση ισως.
Φιλιουνται κατω απο το καυτο νερο.
Λυωνουν μαζι του.
Ακουγονται φωνες. Βγαινει να ελεγξει.
Δεν ειναι φρουροι. Κρατουμενοι.
Προσπαθει να την καλυψει για να μην την δουν.

“Θα σε αφησω για λιγο. Πρεπει να παω να δω. Κλεισε την πορτα και ασε το νερο να κυλαει”, της λεει δινοντας της το τελευταιο φιλι.
Περπαταει αργα στο διαδρομο.
Πρεπει να φτασει ως εκει. Ειναι η μονη εξοδος.
Το δωματιο στον τελευταιο οροφο, στην αριστερη πισω γωνια.
Φτανει ευκολα ως εκει, ανοιγει την πορτα, ενα σκοτεινο δωματιο, μια μεγαλη οθονη ενας καναπες και ενας γιγαντας στην αριστερη γωνια.
Δε φαινονται οι τοιχοι. Στην πραγματικοτητα δεν υπαρχουν.
Ειναι μια παγιδα.
Ο γιγαντας σηκωνεται πηγαινει κοντα στον τοιχο και ξυνει με τα νυχια του.
Εκει που ξυνει, ανοιγει μια διοδος, ενα γκρι παραθυρο.
“Βλεπεις τωρα;“, του λεει.
Κοιταει μεσα του και βλεπει τον ουρανο.
Ειναι η πρωτη φορα στη ζωη του που βλεπει ουρανο, γνωριζει ομως οτι ειναι παγιδα και αν πεσει μεσα του θα ταξιδευει για παντα στη δινη.
“Πρεπει να γυρισω στην...“, σκεφτεται, “…ουτε το ονομα της δεν ξερω...”.
Ανοιγει την πορτα και φευγει τρεχοντας.

Οι φωνες ακουγονται πολυ κοντα του.
Ενας κρατουμενος τρεχει προς το μερος του.
Ακολουθουν οι φρουροι.
Ενας πυροβολισμος.
Πληγωνεται στο ποδι.
Τρεχει σερνοντας το ποδι του, αλλα συνεχιζει να τρεχει.

Βλεπει τις καμερες παρακολουθησης στη γωνια.
Οι φρουροι πλησιαζουν.
Ξεκιναει να τρεχει κι αυτος.
“Πρεπει πρωτα να πιασουν τον αλλον. Μεχρι να ξεμπερδευουν μ’ αυτον θα καταφερω να φτασω κοντα της. Πρεπει να περιμενω να ηρεμησουν λιγο”, σκεφτεται καθως γλυστραει κατεβαινοντας τις σκαλες.


Θυμαται την κουβεντα που ειχε με τη μανα του πριν αρχισει ολο αυτο.
“Να μην εμπιστευεσαι κανεναν”, του ειχε πει “μονο τον αδερφο σου, αν εισαι σιγουρος οτι ειναι αυτος...”.
“Δε θα εμπιστευομαι κανεναν. Ουτε καν εσενα. Κανεναν.”, της ειχε απαντησει “μα πως μπορω να ειμαι σιγουρος για το ποιος ειναι πραγματικα ποιος”.
“Δεν μπορεις” και η εικονα της εσβησε απο το μυαλο του.
Ηταν πραγματικα αυτη;

Ανοιγει μια πορτα και βρισκεται στο εξωτερικο μιας ταρατσας.
Κρυβεται πισω απο τους τοιχους και παρατηρει τριγυρω.
Ταρατσες κολλημενες η μια διπλα στην αλλη.
Καποιος του ειχε πει οτι υπαρχει η γη, αλλα δεν την εχει δει ποτε του.
Ουτε και τωρα.
Μονο ταρατσες απο κτιρια.
Γκριζες, σαν τον ουρανο.
Ο ουρανος ειναι οπως πολυ παλια πριν ερθει ο ανθρωπος στη γη.
Ελαχιστο οξυγονο και πολυ σταχτη.
Τα συννεφα ειναι πολυ χαμηλα. Νιωθεις οτι μπορεις να κοψεις ενα κομματι βαμβακι αν απλωσεις το χερι σου.

Βλεπει καποιους σε μια ταρατσα.
Στο κεντρο της ενα δωματιο γυαλινο.
Μοιαζει με αιθουσα ανακρισης.
Αυτοι που βρισκονται μεσα δε μπορουν να παρατηρησουν εξω.
Εξω απο αυτο, ερειπωμενα ξυλινα παραπηγματα, σκουριασμενο μεταλο και μαδερια.

Θελει να παει πιο κοντα, ομως θυμαται για λιγο εκεινη.
Ειναι η μονη που τον εμπιστευεται, αλλα θα ‘χει νευριασει μαζι του γιατι την εχει αφησει τοση ωρα στο μπανιο μονη της...


Λενε οτι τα ονειρα κραταν μονο λιγα δευτερολεπτα.
Πως μπορει ολο αυτο να κρατησε μονο λιγα δευτερολεπτα;
Αν ειναι ετσι, τοτε σκεφτομαστε πολυ γρηγοροτερα στον υπνο μας;

Lucia


Heaven, if it exists, must be a sexual moment, frozen in time.

A true journey of discovering isn’t about changing our surroundings, but about changing the way we see.

There’s always beauty…
Even in times of horror…
Or old age.

We are going out to eat, drink and dance.
Because sadness is going to disappear forever.

I see myself floating in time and space, growing old despite the losses and betrayal, the night terrors and the lurking nightmare.
This is the real me.

There will always, always be beauty.