Κρατιόμουν στέρεη επάνω του. Έκανε το μυαλό μου να σταθεί όρθιο στα πόδια του, να νιώσει ότι πατάει στη γη, να διώξει την ανασφάλεια. Κι όλα αυτά όχι μ’ έναν ορθολογισμό σκοτεινό και τυφλό.
Ξεκινούσε να μιλάει κι έλεγε: Κάπως έτσι είναι αυτό... και το περιέγραφε ολόκληρο, χωρίς ντροπή τα έλεγε όλα και τις λεπτομέρειες, ακόμη κι αυτά που δεν ήταν απαραίτητα.
Άρπαζε το χωροχρόνο και τον ξέσκιζε, τον παραμόρφωνε. Χιλιάδες αντίπαλοι πάλευαν μέσα του και διαφωνούσαν. Στο τέλος έπεφταν όλοι κάτω εξουθενωμένοι αλλά παντοδύναμοι.
No comments:
Post a Comment