Μια εικόνα στο μυαλό. Ξύπνησα αργά το απόγευμα. Ξέχασα, πίστεψα ότι ήταν όνειρο όλα. Ίχνη ομίχλης και βαριά σκοτεινή ατμόσφαιρα. Ακούγεται ένα τραγούδι και κοιμάμαι πάλι. Γυναικεία φωνή απελπισμένη. Πριν από έναν αιώνα περίπου στο Παρίσι τη φαντάζομαι. Φωνή θλιμμένη, ειρωνική, μεγάλη ντίβα προδωμένη και μόνη. Έχασε τον εαυτό της, παραδώθηκε στο κοινό, αφέθηκε στην αργή αυτοκαταστροφή. Ίσως είναι αλκοολική λένε, τραγουδάει μακρόσυρτα ερωτικά τραγούδια. Η φωνή της τρέμει κι ο κόσμος ριγεί στο άκουσμα της. Ένα πιάνο, μαύρο πάντα φόρεμα, τα γραμμόφωνα μαγεύονται όταν παίζουν δίσκους της και δεν σταματούν ποτέ. Ακούγεται σ’ όλη την πόλη από άκρη σ’ άκρη, περνάει μέσα από τον Σηκουάνα. Οι ζητιάνοι μαζεύονται έξω από το μαγαζί που τραγουδά και κάθονται στα πεζοδρόμια. Χαλάνε τη βιτρίνα τ’ αφεντικά όμως δε μπορούν να τους διώξουν. Το μεγάλο φως είναι στραμμένο πάνω της, φαίνεται να θέλει να πεθάνει. Κάθε φορά που ξεκινά ο κόσμος κρατάει την ανάσα του. Τα θλιβερά τανγκό, απελπισμένοι έρωτες που τραγουδά, έχουν ρίξει σε βαθιά μελαγχολία ολόκληρη την πρωτεύουσα. Η φωνή της ένας παράφορος τριγμός, σαν ένα σύρμα να γρατσουνάει τις χορδές. Δίνει μια άνιση μάχη με τις λέξεις. Βγαίνει πληγωμένη απ’ αυτήν, τα τραύματα της είναι βαθιά. Δε χρησιμοποιεί τις λέξεις για να εκφράσει κάτι. Δίνει το δικό της νόημα σ’ αυτές. Οι λέξεις που βγαίνουν απ’ τις πληγές της φτιάχνονται εκείνη τη στιγμή και το νόημα τους το ίδιο. Touch me… η φωνή της πρόστυχη και αγνή συγχρόνως.
Κάποιοι μιλάνε για έναν έρωτα της πολύ παλιά, κανείς όμως δεν ξέρει για το τέλος του. Από τότε δεν είχε ποτέ συντροφιά κάτι ζωντανό. Όσοι φρόντιζαν γι’ αυτήν δεν είχαν μιλήσει ποτέ μαζί της. Με γράμματα κανόνιζε που θα τραγουδήσει. Από το μικρό πατάρι που μένει βλέπει όλα όσα θέλει. Τα υγρά πεζοδρόμια, τα ποδήλατα, τα αυτοκίνητα, τους κυρίους με τα ψηλά μαύρα καπέλα και τις μακριές καμπαρντίνες, τις κυρίες με τα μονόχρωμα μακριά φουστάνια, τα φανταχτερά καπέλα και τις ομπρέλες, τις κινήσεις και τις ομιλίες τα ποταμόπλοια, επιδείξεις με αερόστατα και αεροπλάνα, πολιτικές αναταραχές πολέμους. Αυτή μένει απείραχτη εκεί πάνω, σαν μέσα σε γυάλα, την τοποθέτησαν εκεί, την άφησαν σε απομόνωση μόνο για να τους χαρίζει τη θλιμμένη φωνή της.
...and dance me… ένας αρμονικός πανζουρλισμός με βιολιά και πιάνο. Τραγουδά για πρώτη φορά για τον εαυτό της και κάποιον άλλο. Είναι το ελαφρύ περπάτημα τους σα να αιωρούνται πάνω σ’ ένα πέπλο σε μια πλατεία τεράστια τετράγωνη και άδεια με λίγα φώτα να ξεχύνονται από το πλακόστρωτο.
No comments:
Post a Comment