Tuesday, January 30, 2007

Scratches

Η περιποιηση της:

Τον εβαλε στον ατμο.
Τον αφυδατωσε πληρως.
Στο σωμα του μπαινοβγαινουν χιλιαδες μικρες καρφιτσες.
Σαν αποξηραμενος καρπος φρουτου.
Τα βραδυα πριν κοιμηθει του καλυπτε με λιπος ολο το σωμα
για να αναπληρωθει το φθαρμενο δερμα.

Sunday, January 28, 2007

-

Οι εικόνες,
σαδίστριες και κάτοχοι
της πιο βίαιης αίσθησης καθήκοντος
χορεύουν, η μια πίσω απ’ την άλλη,
[μετα]σχηματίζονται:
πότε είναι μπαλέτο,
πότε τάνγκο,
μα, συχνότερα,
απλώς λικνίζονται σε εκείνο τον ρυθμό τον αχνό
τον ασαφή, εκείνον που κουράζει.
Σε εκείνο το ρυθμό που στοιχημάτισα
ότι χτυπάει η καρδιά σου
(αλήθεια, είναι ο μόνος τρόπος να ξεκλέψω μια ματιά
απ’ το μέσα σου)

Εικόνες, λοιπόν:
Μια φιγούρα με κορμί τεντωμένο
στον ηλεκτρισμό μιας μουσικής
με μάτια γουρλωμένα
με αφέλεια που δεν είναι αφέλεια
και πάντα εκείνη την αβάσταχτη ενέργεια
σαν εκκρεμές
[μπρος – πίσω]
διακριτική κίνηση των γοφών,
ασήμαντη
[πόσο ασήμαντη θα ‘πρεπε να είναι!]

Πάντα, η ίδια ζεστασιά που δεν είναι για μένα
πάντα η απάθεια που είναι όλη δική μου
πάντα το βιαστικό «καληνύχτα» και το βιαστικό χαμόγελο και η
βιαστική χειραψία -
σταμάτα, σε παρακαλώ, για ένα λεπτό και άκου:
άκου...


Αναπνέω πιο αργά, τώρα,
γιατί στα πνευμόνια μου, όπως και στις λέξεις,
έχει κολλήσει εκείνη η σκόνη,
[αυτή που πέφτει απ’ τις εβένινες κολώνες όταν τρίζουν
γιατί κρατάνε, αλήθεια, τον ουρανό σου]
η διαβρωτική,
είμαι βαρύς τώρα, μολύβι -
έχασα την επιδεξιότητα, τη λιγοστή,
και έμεινα μόνο με τις δικαιολογίες,
δικαιολογίες και σκονισμένα λόγια -

αυτά, και κάτι ακόμα - το μόνο που μπορώ να σου δώσω,
αν το καλοσκεφτείς:
«Το ξέρουμε και οι δυο ότι δεν είσαι τίποτα,
μια μέρα θα γυρίσω το κεφάλι και θα είσαι διάφανη,
μια μέρα, αντί για μένα – έτσι, για αλλαγή – θα λιώσεις εσύ,
θα πάψω να νοιάζομαι,
μια μέρα θα νοιαστείς.

Μια μέρα θα μπορώ να χρησιμοποιήσω το «εμείς»
χωρίς να το νιώθω βιασμένο και κίβδηλο
χωρίς να νιώθω ψεύτικος - »

...ποιόν κοροϊδεύω;

Posted by: Giannis Galiatsos

Thursday, January 25, 2007

Αρθρα ΙΙ



H:
Αναρωτιεται αν τη σκεφτεται καθολου.
Στην πραγματικοτητα, γνωριζει οτι
τη σκεφτεται ολη μερα.
Απλως θελει να σιγουρευτει.








Ο:
Δεν του εχει μιλησει για μερες.
Δεν ξερει καν αν ζει.
Και πριν απο αυτο δεν ηξερε.
Απλως μυριζει τον αερα.
Ισως εμφανιστει ξανα,
με αλλο προσωπο,
με αλλο ονομα,
σε αλλο σωμα.

Πώς θα την αναγνωρισει;
Μα φυσικα, θα του πει
που θελει να πανε.
Αρκει.

Tuesday, January 23, 2007

Αρθρα

H:
Δεν ειχε δει ακομη τα ματια του.
Τον μοναδικο εκεινο τροπο που ειχε να κοιταζει, σηκωνοντας ελαφρα το ενα του φρυδι.

Το ανεφικτο, το απιαστο.
Αυτο ηταν που την ειχε συνεπαρει.
Τον ηθελε γιατι δεν τον ειχε.

Αν τον ειχε, θα τον ηθελε ακομη;
Αν περνουσε απο διπλα της χωρις να τον γνωριζει, θα τον παρατηρουσε ποτε;

Κι απο αμνησια να ξυπνουσε, παλι αυτον θα εβρισκε.


O:
Πως μπορεις να με θελεις;
Δεν ειμαι καν συμμετρικος.
Μισω το κρεβατι μου χωρις εσενα.
Περναω ελαχιστες ωρες πανω του.


Sunday, January 21, 2007

Ξενος


Ξενος.
Ετσι ξεκινησε. Οχι ξενος-ξενος. Αναμεσα σε γνωστους.
Ηξερε ποιοι τον κοιτουσαν με μισος, ηξερε γιατι, δεν τους εκανε κατι κακο.
Θελαν να τον καψουν σα μαγισσα.
Καποιοι τον κοιτουσαν με οικτο 'τι κανει εδω; γιατι μας χαλαει τη γιορτη;'
Ηθελε να 'σουν εκει, να τον παρεις απο το χερι και να του δειξεις.
Δεν ηταν εκει στην πραγματικοτητα.
Απλως εβλεπε απο το κλειστο κυκλωμα, απο τις καμερες.
Περιμενε υπομονετικα να τελειωσει η βαρδια του και να φυγει.

Να του πει:
Σταματα να αισθανεσαι ασχημα με τον εαυτο σου βλακα,
πιες κι αλλο κι ας το σιχαινεσαι
πιες ν' αφεθεις
θα σε κραταω εγω
θα σου δειξω εγω πως να περπατας, πως να χορευεις.

Κι αν παλι δε θες
θα σε γυρισω σπιτι απο το σωστο δρομο
θα σου βαλω το νανουρισμα που θες
και θα φυγουμε για το Περου.
Να παμε να βρουμε την Αννα, ισως προλαβουμε το γαμο της
με τον ηλικιωμενο κυριο,
ηλικιωμενος, αλλα γιατρος και μορφωμενος.
Εκει δεν ηταν να παμε γαμωτο;
Εκει μου εταξες να παμε

Κι αντι αυτο, σημερα ντρεπεται να κοιταξει τον καθρεφτη
πνιγμενος μες στις μυξες

Ενας τροπος να πεις "σ'αγαπω"

Σ' ευχαριστω

Saturday, January 20, 2007

Ολα σε θυμιζουν

Πως μοιάζει τ' άρρωστο κορμί μου, καθώς καίγεται με την κορφή τη φλεγόμενη του ηφαιστείου

Κομπολόι κρατάς από κοράλλια

που όσο κι' αν το καις δε λέει να σβήσει

Ήμαστε σκυφτοί κι οι δυο στο χάρτη

Σαράντα μέρες όλο μέτραγες τα μίλια

Κι αν λείψεις χίλια χρόνια θα σε περιμένω

γύρισες και μου 'πες πως το Μάρτη
σ' άλλους παραλλήλους θα 'χεις μπει

Λεω πως εσένα θα μπορούσα ν' αγαπήσω

Συχωρα με Νικολα που μπερδευω τους στιχους
παντα το εκανα.
Συχωρα με που σου μιλαω και στον ενικο.

Friday, January 19, 2007

Η αγαπημενη της ταινια


Κοιταζοντας απο τα καγκελα του παραθυρου μου.
Δεν εβρισκα καμια γυναικα
που να συγκρινοταν μ’ εκεινη την κοπελα απο την κολαση.

Ειπε ψεματα κυριε.
Παντα ελεγε ψεματα.
Δεν ξερω αν ειπε ποτε μια λεξη αληθειας.
Αλλα οταν μιλουσε την πιστευα.
Δεν μπορουσα να κανω αλλιως

Thursday, January 18, 2007

Λαμπυριδες

Το χιονι αντανακλα περισσοτερο τις ακτινες του

Σε τυφλωνουν

Ο αερας παιρνει μικρα κομματια απο τις σκεπες

νιφαδες που εχασαν το σχημα τους

και ο αερας γεμιζει με μικρη γυαλιστερη χρυσοσκονη.

Λαμπυριδες


Wednesday, January 17, 2007

Αλλος τροπος


Ασε με τωρα να κοιταζω τα παραθυρα σου

ξεροντας πως μεσα ενας αλλος σε παιρνει, ενας αλλος βυθιζεται

μες στη μεγαλη σου ανοιξη

εγω και ποδοπατημενος απο χιλιαδες αντρες

σ’ αγαπω

Ασε με εδω στη γωνια, δεν πειραζει, ας χιονιζει

αυτο το μικρο, τετραγωνο φως που ριχνει το παραθυρο σου πανω στο χιονι

εμενα ειναι ο κοσμος μου.

Δε θα σου πω τιποτα μολις βγεις.

Θα περπαταω διπλα σου αμιλητος.

Κι αν αυτο σε πειραζει, μπορω να ‘ρχομαι πισω σου σα σκυλι.

Αν σ’ αρεσει, μπορεις να μου μιλας και για τα χαδια των αλλων

θα σ’ ακουω

σαν τον τυφλο που κλαιει, ακουγοντας μακρια τη βουη μιας μεγαλης γιορτης.

Tuesday, January 16, 2007

Green

-Μη μου λες ψεματα. Δεν ειμαι ο πρωτος και το ξερω.
Μη με κοροιδευεις. Σε εχω δει με τοσους αλλους πριν.

Τους εβλεπε ολους να περναν απο μπροστα του.
Τις στιγμες τους.
Ζηλευε πολυ.
Τη σιχαινοταν γιατι την ειχαν αγγιξει κι αλλοι.
Γιατι ειχε στιγμες που ειχε ζησει με αλλους.
Εξ’ αλλου καθενας εχει τον τροπο του.

Αυριο ενας αλλος.

Sunday, January 14, 2007

Τ. Λειβαδιτης

Κι εσυ, γιατι κοιταζεις ετσι μαραμενη τη γιορτη
μπας κι επειδη εισαι ασχημη


γδυσου μωρη, καπου κρυμμενη θα ‘ναι η ομορφια σου
λυσ’ τα μαλλια σου, βγαλε το φουστανι σου
πετα το δισταγμο σου

ασχημη, ασχημη, ασχημη
να δεις ποσο εισαι ομορφη, ομορφη, ομορφη.

Looking for vengeance

-Τον πουστη, θα του σπασω τα μουτρα. Πως τολμησε να μπει μεσα της;
Περπατησε, στο υγρο ακομη πεζοδρομιο χωρις προορισμο.
Ηταν σε μια πολη ξενη, δεν ειχε καποιο γνωστο για να μεινει εκτος απο εκεινη.
Απο εκεινη που μολις πριν λιγα λεπτα εκαναν ερωτα ακουγοντας τις σταγονες να πεφτουν πανω στις λαμαρινες.
Ειχε απολυτη ησυχια και το μονο που ακουγαν ηταν το νερο να πεφτει.
Δεν ανασαιναν απο φοβο μηπως τους ξεφυγει καποια σταγονα.


Ο χειροτερος εχθρος σου ειναι αυτος που δεν ξερεις.
Ουτε ποιος ειναι, ουτε απο που ερχεται.
- Κι αυτος ο πουστης απο που ξεφυτρωσε; Αν τον ειχα μπροστα μου θα του εσπαζα τα μουτρα. Πρεπει να τον βρω. Δεν ειναι αληθεια οτι δεν ειναι στην πολη. Δεν μπορει να ειναι αληθεια. Πρεπει να ψαξω. Θα τον βρω και θα του σπασω τα μουτρα...

Saturday, January 13, 2007

Mindtrap

Μιλουσε με τη μια στη συσκευη
με την αλλη στο μυαλο του.
Ηταν πολυ μπερδεμενος.
Ποια απο τις δυο ηταν αληθινη;
Ποια ψευτικη;
Ηταν και οι δυο δημιουργημα της ασθενικης του μνημης;
Η πραγματικοτητα ειχε αναμιχθει με τη φαντασια του επικινδυνα.
Ηταν αδυνατο να τις ξεχωρισει.
Δεν ηταν καν βεβαιος οτι υπαρχουν.

Wednesday, January 10, 2007

Fata Morgana

Θα μεταλάβω με νερό θαλασσινό
στάλα τη στάλα συναγμένο απ' το κορμί σου
σε τάσι αρχαίο, μπακιρένιο αλγερινό,
που κοινωνούσαν πειρατές πριν πολεμήσουν.

Στρείδι ωκεάνιο αρραβωνίζεται το φως.
Γεύση από φλούδι του ροδιού, στυφό κυδώνι
κι ο άρρητος τόνος, πιο πικρός και πιο στυφός,
που εναποθέτανε στα βάζα οι Καρχηδόνιοι.

Πανί δερμάτινο αλειμμένο με κερί,
οσμή από κέδρο, από λιβάνι, από βερνίκι,
όπως μυρίζει αμπάρι σε παλιό σκαρί
χτισμένο τότε στον Ευφράτη στη Φοινίκη.

Χόρτο ξανθό τρίποδο σκέπει μαντικό.
Κι ένα ποτάμι με ζεστή, λιωμένη πίσσα,
άγριο, ακαταμάχητο, απειλητικό,
ποτίζει τους αμαρτωλούς που σ' αγαπήσαν.

Rosso romano, πορφυρό της Δαμασκός,
δόξα του κρύσταλλου, κρασί απ' τη Σαντορίνη.
Ο ασκός να ρέει, κι ο Απόλλωνας βοσκός
να κολυμπάει τα βέλη του με διοσκορίνη.

Σκουριά πυρόχρωμη στις μίνες του Σινά.
Οι κάβες της Γερακινής και το Στρατώνι.
Το επίχρισμα. Η άγια σκουριά που μας γεννά,
μας τρέφει, τρέφεται από μας, και μας σκοτώνει.

Του Νικου Καββαδια

Tuesday, January 09, 2007

Κυριακη 9 Μαιου 1999

Δε σου εχω μιλησει γι’ αυτην.
Δεν ειναι ομορφη αλλα γινεται, απροβλεπτα, στα ξαφνικα.
Μονο οι ηλιθιοι εχουν δικαιωμα στο απολυτο, στην ευτυχια.

Φυσαω ενα πουπουλο κι αυτο τρεχει.
Ετσι του δινω ζωη.
Μολις φτασει εκει, θα μου δειξει.
Θα τρυπαω με το κεφαλι μου ολη τη γη και θα βγω στην αλλη ακρη σε μια πηγη.
Εξαγνισμενο τοτε, θ’ ανοιξει στη μεση απο τον πονο και θα δεις το μυαλο μου ανοιχτο.
Θα μαθεις οτι θελεις.
Αφου σε απαλλαξω κι εσενα απ’ τον πονο.
Θα συνεχισουμε μαζι.

Monday, January 08, 2007

Janus

Το κοινο του τον περιμενε.
Ειχε πετυχει το στοχο του.

Ειχε γοητεψει τους παντες.
Ολα τα βλεμματα ηταν στραμενα πανω του.
Δε χρειαζοταν να μιλησει για να γινει αυτο.
Δεν ηταν οι κινησεις του.
Πιστευε οτι ηταν το βλεμμα του, ο τροπος που κοιτουσε τις γυναικες, ομως δεν ηταν ουτε αυτο.
Τους παρατηρουσε απο τη γωνια του μεγαλου δωματιου, μεσα απο τα ματια μιας νυχτεριδας.
Ειχε καταφερει να κανει ολες τις γυναικες να τον ερωτευτουν παραφορα.
Τους αντρες να τον ακολουθουν, να τον θαυμαζουν.
Να πιστεψουν οτιδηποτε κι αν πει.
Να κρεμονται απο τα χειλη του.

Τα ματια της αρχισαν να κοκκινιζουν.
Aκτινωτα, απο το κεντρο προς το εξωτερικο τους.
Παντα ετσι γινοταν, αυτος ομως δεν το ηξερε.
Μεχρι εκει μπορουσε να φτασει.
Δεν εκλαιγε ποτε.
Απλως κοκκινιζαν τα ματια της και σταματουσε να μιλαει.
Σχεδον βουρκωνε αλλα ποτε δεν εκλαιγε.

Το κρισιμο σημειο.
Εκει πανω δεν μπορουσε να ισορροπησει.
Επεφτε ανικανος να αντισταθει.
Το μονο του ελλατωμα.
Δεν μπορουσε να της αντισταθει υστερα απο αυτο.
Θα εκανε οτιδηποτε του ζητουσε.

Friday, January 05, 2007

Transparent

Ο κανονας ειναι απλος.
Το θηλυκο ειναι παντα κοκκινο, το αρσενικο μπλε.
Για ό,τι συνέβη, ευθυνεται η φυση.

Περπατησε αναμεσα στη γιορτη. Για πρωτη φορα στη ζωη του αναμεσα σε πληθος, χωρις να ντρεπεται.

Περπάτησε ανάμεσα στη γιορτή. Είχε σκαρφιστεί κάθε πειστική δικαιολογία για να το αποφύγει. Δεν είχε καμία διάθεση να πάει, δεν ήθελε.. Τελευταία στιγμή άλλαξε γνώμη. Έτσι ξαφνικα. Για πρώτη φορά εδώ και καιρό. Και τίποτα μέσα της δεν μπορούσε να εξηγήσει το ‘γιατί’..

Συνηθως οταν βρισκοταν αναμεσα σε κοσμο, οχυρωνοταν, επιανε μια θεση απο την πρωτη στιγμη και αισθανοταν ασφαλης μονο εκει.

Συνήθως, όταν βρισκόταν ανάμεσα σε κόσμο, αισθανόταν μια απροσδιόριστη αδιαθεσία. Ίδρωνε, το στομάχι της δενόταν κόμπο, ένιωθε έτοιμη να καταρρεύσει. Στεκόταν σε μια γωνιά, τουλάχιστον ορατή, ώστε να γίνει τυπικά αισθητή η παρουσία της και μετά να μπορέσει να το σκάσει. Να σωθεί..

Τωρα ομως ηταν διαφορετικα. Κατι εψαχνε.

Τώρα όμως ήταν διαφορετικά. Λες κι εκεί υπήρχε κάτι που δεν είχε. Και που ήθελε απεγνωσμένα..

'Η μαλλον κατι ακολουθουσε. Κατι που δεν μπορουσε να διακρινει προς το παρον.

Θα το αναζητούσε. Αυτό που δεν μπορούσε να καταλάβει..

Ενιωθε ευφορια κι ας μην ειχε πιει κατι.

Ένιωθε μια ανεξήγητη ευφορία. Παράξενο. Τα χείλη της δεν είχαν αγγίξει ακόμη ούτε γουλιά..

Ηταν σαν ενα παιχνιδι.

Είχε την αίσθηση ότι ήταν παίκτρια σε ένα παιχνίδι χωρίς κανόνες. Ή η βασική ηρωίδα ενός ανείπωτου παραμυθιού..

Ενιωθε την παρουσια της χωρις ομως να μπορει να προσδιορισει τη θεση της.

Ένιωθε την παρουσία του. Κι ας μην μπορούσε να προσδιορίσει τη θέση του. Ας μην τον ήξερε καν..

Εβρισκε μονο τα σημαδια της επειτα απο αρκετο χρονο.

Ναρκωμένη από μια εθιστική ουσία στο μυαλό της. Έτσι ένιωθε. Περπατούσε και κάθε της βήμα έμοιαζε να πατά πάνω στα δικά του χνάρια. Λες και κάθε φορά τον έχανε μόνο για μια στιγμή..

Ακολουθουσε παντα μετα απο λιγα δευτερολεπτα.

Ακολουθούσε σαν υπνωτισμένη αυτό που το μυαλό της αδυνατούσε να συλλάβει. Δεν θα τα παρατούσε. Όχι μέχρι να το βρει..

Ετσι, ενιωθε το αγγιγμα της στην κουρτινα, το περπατημα της στις σκαλες, το αναιτιο ριγος που προκαλουσε στους υπολοιπους καλεσμενους.

Λες και όλες της οι αισθήσεις του είχαν ήδη παραδοθεί. Χωρίς όρους. Η καρδιά της πήγαινε να σπάσει. Ανέβηκε τις σκάλες και άρχισε να περιπλανιέται στο διάδρομο. Ήξερε ότι ήταν κάπου εκεί, κοντά της. Άνοιξε φοβισμένα τις πόρτες μία-μία. Μπήκε σε κάθε δωμάτιο. Δεν άγγιξε τίποτα, όμως όλα της φαίνονταν τόσο οικεία. Λες κι εκείνος είχε στοιχειώσει κάθε γωνιά του σπιτιού. Τον ένιωθε. Το άγγιγμά του στο σώμα της. Την ανάσα του στο πρόσωπό της. Το φιλί του στα χείλη της..
Τίποτα δεν έμοιαζε να βγάζει νόημα. Όχι με τη λογική. Ένιωθε να τρελαίνεται. Δεν μπορούσε να τον δει. Δεν μπορούσε να τον βρει.. Η ώρα είχε περάσει. Οι καλεσμένοι είχαν ήδη αρχίσει να φεύγουν. Ετοιμάστηκε κι εκείνη. Λίγα λεπτά ακόμη. Έμεινε τελευταία.. Προχώρησε προς την πόρτα. Ήταν έτοιμη να βάλει τα κλάμματα. Ανυπομονούσε να βγει έξω, να μείνει μόνη. Ήθελε να ουρλιάξει. Αισθάνθηκε το ίδιο άγγιγμα στο χέρι. Μηχανικά έστρεψε το κεφάλι χαμηλά. Απλά για να μπορέσει να γελάσει με τον εαυτό της. Με τις παραισθήσεις της..

Κι όμως. Τα δάχτυλα πάνω στα δικά της ήταν διάφανα. Γύρισε με τρομαγμένο πόθο, γι’αυτό που δεν μπορούσε να πιστέψει. Γι’αυτό που ήταν αδύνατο να υπάρχει. Ήταν αυτός. Το άλλο της μισό…

Colour Mate: Weirdo

Wednesday, January 03, 2007

Invisible

H Avril Lavigne κλαιει τη μοναξια στους δρομους.
Κατι με τσιμπαει στον αυχενα χαμηλα, σαν μια βελονα.
Κατω απο τεραστιες γεφυρες, οι ψηλοι ουρανοξυστες φαινονται ομορφα παιχνιδια.
Ανθρωποι περιμενουν στα φαναρια να περασουν απεναντι.
Για λιγες στιγμες διπλα σε καποιον αλλον.
Θα συνεχισουν σαν μονηρη ηλεκτρονια.
Μυριζει ψωμι καμμενο στα καρβουνα.
Δεν ειναι απο φουρνο.
Ειναι σαν προχθες, στο βουνο.
Δεν ειμαι εδω.

"I sometimes feel as if I'm invisible, as if no one can see me at all."

Εμμονη